- φύγητε
- φεύγωfleeaor subj act 2nd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Codex Boreelianus — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 09 Beginning o … Wikipedia
ου μη — oὐ μή (Α) επιτατικό τής άρνησης το οποίο χρησιμοποιείται σε ανεξάρτητες προτάσεις σε άρνηση ή απαγόρευση Ι. σε άρνηση συντάσσεται: α) με υποτακτική κυρίως τού αορίστου και σπαν. τού ενεστώτα με ρήματα που σημαίνουν δύναμη ή ικανότητα (α. «οὔ τι… … Dictionary of Greek
διαφύγητε — διαφεύγω get away from aor subj act 2nd pl διᾱφύγητε , διαφύσσω draw continually aor ind pass 2nd pl (doric aeolic) διαφύσσω draw continually aor ind pass 2nd pl (homeric ionic) διαφύσσω draw continually aor ind pass 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)